Έχετε διαβάσει Το νησί των θησαυρών; Το Δόκτωρα Τζέκιλ και κύριο Χάιντ; Ή την Απαγωγή; Αυτοί που τα διάβασαν σίγουρα ήταν ο Έρνεστ Χέμιγουεϊ, ο Μαρσέλ Προυστ, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, ο Μπέρτολντ Μπρεχτ, ο Τζακ Λόντον, ο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ και άλλοι. Και αν δεν είμασταν παρόντες για να ξέρουμε τι ακριβώς είπαν όταν διάβασαν τα έργα του Ρόμπερτ Λουίς Στίβενσον, είναι γεγονός πως τα λάτρεψαν! Υπάρχει καλύτερη συστατική επιστολή για έναν συγγραφέα από το να γίνονται τα έργα σου αντικείμενο θαυμασμού από τα “ιερά τέρατα” της εποχής;
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ
Ο Ρόμπερτ Λουίς Στίβενσον ήταν ένας πολυπράγμων καλλιτέχνης και εξαιρετικά ανήσυχο πνεύμα. Η ανάγκη του να ταξιδέψει τον κόσμο και να καταγράψει τις εντυπώσεις του ήταν ισχυρή! Δεν μπορούσε να μείνει για καιρό στο ίδιο μέρος. Αναμφίβολα, η ιδιοσυγκρασία περιείχε όλα εκείνα τα συστατικά που απαιτούνται για να μεγαλουργήσει κάποιος, μαζί με το πνεύμα, τη φαντασία και το ταλέντο στη μεταφορά εικόνων στο χαρτί.
Εκτός από συγγραφέας παγκοσμίου φήμης έργων, ο γεννημένος το μακρινό 1850 στη Σκωτία Ρόμπερτ, ήταν και ποιητής, δοκιμιογράφος, μουσικός και όπως αφήσαμε να εννοηθεί και ταξιδιωτικός συγγραφέας.
Στα παιδικά του χρόνια στο Εδιμβούργο, ο νεαρός Ρόμπερτ υπέφερε πολύ απ’ την υγεία του. Καθηλώμενος συνέχεια σε ένα κρεβάτι, με το κοφτερό μυαλό του και την πάντα γόνιμη φαντασία του να έρχονται σε αντιδιαστολή με την έθραυστη σωματική του υγεία, έδιωχνε τους γκρίζους τοίχους του δωματίου του και έβλεπε κόσμους μυστηριώδεις και ανεξερεύνητους. Σημαντικό ρόλο σε όλα αυτά έπαιξε φυσικά και η μητέρα του που τού διάβαζε ιστορίες και ποιήματα καθημερινά προσπαθώντας να αποσπάσει το μυαλό του αγαπημένου της γιού απ’ τα βάσανα της αρρώστιας. Άλλοτε πάλι η αφοσιωμένη νοσοκόμα Άλισον Κάνιγκαμ του τραγουδούσε παλιά Σκωτσέζικά τραγούδια και του διάβαζε αποσπάσματα απ’ την Αγία Γραφή. Η πεινασμένη από την απραξία φαντασία του μικρού Ρόμπερτ ρουφούσε κάθε λέξη, όπως ένα ξερό χωράφι τη δροσερή νεροποντή.
Για να ευχαριστήσει την τόσο καλή νοσοκόμα ονόμασε την ηρωίδα του Άλισον Γκρέιμ στο μυθιστόρημα Ο Άρχοντας του Μπαλαντρέ, από την ίδια!
Ο ίδιος χρόνια αργότερα έγραψε για την δύσκολη παιδική του ηλικία:
“Για μένα η κακή μου υγεία χρονολογείται από τότε που έμενα άγρυπνος στις τρομερές ατέλειωτες νύχτες. Ήμουν ταραγμένος αδιάκοπα από τον πνιχτό εξαντλητικό βήχα και το πρωί παρακαλώντας να κοιμηθώ, μέσα από τα βάθη του τσακισμένου μικρού κορμιού μου“.
Ο Στίβενσον προσπάθησε να σπουδάσει μηχανικός -σαν τον πατέρα του- στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου αλλά η υγεία του δεν του επέτρεψε να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Στράφηκε στη λογοτεχνία και ξεκίνησε να ταξιδεύει ψάχνοντας συνάμα και ένα μέρος με καλύτερο κλίμα για την υγεία του. Πολλά από τα έργα του όπως είναι λογικό είναι καρπός των ταξιδιών αυτων.
ΑΣ ΤΑΞΙΔΕΨΟΥΜΕ ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
Το 1880 παντρεύτηκε την αγαπημένη του Φάνυ Όσμπορν και μαζί με τα δύο παιδιά της. Η Φάνυ υπήρξε χήρα στον πρώτο της γάμο. Μαζί, όλη η οικογένεια, ταξίδεψαν παντού στον κόσμο. Ο γιος της Φάνυ, ο Λόιντ ένα βράδυ κάθονταν με τον πατριό του, ο οποίος του έλεγε μια φανταστική ιστορία με πειρατές, χάρτες και χαμένους θησαυρούς σε άγνωστα νησιά. Ο μικρός Λόιντ τον κοίταζε συνεπαρμένος και εύλογα απόρησε:
Γιατί λοιπόν δεν γράφετε μιαν ωραία ιστορία σαν αυτή;“. Έτσι γεννήθηκε η συναρπαστική ιστορία του Τζιμ Χώκινς, του γιατρού Λάιβζι και του Τζον Σίλβερ στο Νησί των Θησαυρών.
Το συγκεριμένο μυθιστόρημα ήταν αρκετό για να εξασφαλίσει στον Στίβενσον μια παντοτινή θέση στη λογοτεχνία. Όπως ήταν αναμενόμενο βέβαια δεν έμεινε εκεί. Δύο χρόνια αργότερα έγραψε τον Δόκτωρα Τζέκιλ και κύριο Χάιντ. Έπειτα την Απαγωγή που σύμφωνα με τους κριτικούς θεωρείται το καλύτερο έργο του.
Το τέλος της ζωής του βρήκε τον Στίβενσον μαζί με τη σύζηγό του στα νησιά Σαμόα όπου εγκαταστάθηκε το 1890. Οι ιθαγενείς τον αγάπησαν λόγω του ήπιου και καλοσυνάτου χαρακτήρα του και του έδωσαν το ταιριαστό παρατσούκλι “ο Παραμυθάς”. Τέσσερα χρόνια αργότερα πέθανε, όχι απ΄ την αρρώστια που τον παίδευε μια ζωή, αλλά από αποπληξία. Μια πομπή ιθαγενών συνόδευσε τη σορό του μέχρι την κορυφή ενός λόφου όπου και τάφηκε. Ήταν η τελευταία του επιθυμία.
Στην ταφόπλακα, του χάραξαν τον επιτάφιο που έγραψε ο ίδιος ο Στίβενσον:
“Κάτω απ’ τον πλατύ, τον έναστρο ουρανό
σκάψετε μνήμα κι άστε να ξεκουραστών.
Χαρούμενα όπως έζησα
έτσι πεθαίνω με χαρά.
Στο μνήμα να χαράξετε θέλω τα λίγα λόγια αυτά:
Κείτεται εδώ όπου τόσο λαχταρούσε
για νάβρη μιαν ημέρα τη θανή.
Και βρήκε σπίτι ο ναύτης, ο ταξιδευτής
Σπίτι ο κυνηγός και των βουνών ο εραστής.”
Η ΛΗΘΗ ΚΑΙ Η ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑΚΗ ΚΑΤΑΞΙΩΣΗ
Ο Στίβενσον δεν έτυχε της αποδοχής που του άξιζε μετά τον θανατό του. Οι ακαδημαϊκοί κύκλοι τον κατέταξαν στους συγγραφείς παδικών βιβλίων και ιστοριών τρόμου. Η απουσία του για ένα αιώνα περίπου απ’ την διδακτέα ύλη των σχολείων λογοτεχνίας, αλλά και η απουσία του απ’ την Ανθολογία Αγγλικής Λογοτεχνίας μέχρι και το 2000 τον καταδίκασαν στη λήθη.
Η αλλαγή προκειμένου να ξανάρθει στο προσκήνιο η λογοτεχνική αξία και το έργο του συγγραφέα ξεκίνησε το 1965. Σύμφωνα με Βικιπαίδεια, ο Ρότζερ Λάνσλυν Γκριν, ένας από την ομάδα Φίλων Λογοτεχνίας της Οξφόρδης και συγγραφέας της “Εποχής των Αφηγητών” έκανε την αρχή. Επαινέθηκε ως συγγραφέας σταθερά υψηλού επιπέδου “λογοτεχνικών δεξιοτήτων και τρομερού μυθοπλαστικού δυναμικού“. Πλέον έχει επανεκτιμηθεί ως ισάξιος συγγραφέων όπως ο Τζόζεφ Κόνραντ (τον οποίο επηρέασε με τα μυθιστορήματά του στις θάλασσες του Νότου) και ο Χένρι Τζέιμς. Επιπλέον, ακαδημαϊκές μελέτες και οργανισμοί έχουν τον Στίβενσον ως κεντρικό αντικείμενο. Όποια και αν είναι η αποδοχή της ακαδημαϊκής κοινότητας, ο Στίβενσον παραμένει δημοφιλής παγκοσμίως. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων της UNESCO “Μεταφραστικό Ευρετήριο“, κατατάσσεται στον 26ο πιο μεταφρασμένο συγγραφέα του κόσμου.
Όπως αναφέραμε και στην αρχή του κειμένου: Δεν είναι εύκολο να εντυπωσιάσεις τους κλασσικούς λογοτέχνες της εποχής και να ξεχαστείς!
Καμπάκης Κωνσταντίνος, Ερευνητής – Συγγραφέας